των Μάνου Ματσαγγάνη, Γιώργου Σιακαντάρη και Δημήτρη Σκάλκου |
Αναδημοσίευση από «Τα Νέα» μέσω ppol.gr
Οι πρόσφατες εικόνες που συνόδευσαν εντός και εκτός της βουλής των Ελλήνων την ψήφιση του «μνημονίου-3» έδειξαν ότι από πλευράς «πολιτικού πολιτισμού» η συμπεριφορά της πολιτικής ελίτ δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από αυτήν του πλήθους. Η περιφρόνηση της νομιμότητας, η λεκτική οξύτητα, οι προσωπικές επιθέσεις, η συνθηματολογία, ο λαϊκισμός της γλώσσας -αυτά είναι συμπτώματα μιας χώρας άρρωστης και μιας πολιτικής τάξης κατώτερης των περιστάσεων.
Η σημερινή οικονομική κρίση αποτέλεσε το έναυσμα, όχι την αιτία της έκρηξης. Στην πραγματικότητα, η κρίση απελευθέρωσε ένα υπαρκτό απόθεμα βίας, κυνισμού, κοινωνικής ανευθυνότητας και επιθετικού τυχοδιωκτισμού, το οποίο σιγόβραζε για δεκαετίες, θαμμένο (όχι πολύ βαθιά) κάτω από τους πακτωλούς των δανεικών χρημάτων και των κοινοτικών πόρων. Τα τεράστια ποσά που συνέρευσαν την προηγούμενη περίοδο τα διαχειρίστηκε ένα κράτος σπάταλο, πελατειακό και συνάμα ανεξέλεγκτο, για λογαριασμό μιας ανέτοιμης αλλά φιλόδοξης -και κάποτε άπληστης- κοινωνίας. Η σημερινή αποκαρδιωτική κατάσταση δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εικόνα της ίδιας αυτής κοινωνίας με άδειες τσέπες.
Μιας κοινωνίας από τους όρους συγκρότησης της οποίας απουσιάζουν τα γνωρίσματα και οι αρχές που συνιστούν το αξιακό πλαίσιο των σύγχρονων φιλελεύθερων δημοκρατιών, ως εργαλεία οικοδόμησης πολιτικής συναίνεσης και ως θεμέλια κοινωνικής συνύπαρξης: η ανοχή στην αντίθετη άποψη, η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης, η επίπονη άσκηση στον νηφάλιο διάλογο, η διαρκής επιδίωξη του πλουραλισμού και η πίστη στην αναζήτηση της αλήθειας.
Τα μέτρα που ψηφίστηκαν είναι πράγματι επώδυνα. Ακόμη χειρότερα, ο ακραίος κοινωνικός εγωισμός των ευνοημένων ομάδων (και η συνθηκολόγηση των πολιτικών στις πιέσεις τους) εμπόδισαν για ακόμη μία φορά τη δίκαιη κατανομή των βαρών. Όμως η έγκριση των μέτρων ήταν αναγκαία: βραχυπρόθεσμα, για την εξασφάλιση της απρόσκοπτης χρηματοδότησης της ουσιαστικά χρεοκοπημένης ελληνικής οικονομίας· μακροπρόθεσμα, για την απομάκρυνση της προοπτικής της ολικής καταστροφής, ως αναπόφευκτη συνέπεια μιας άτακτης χρεοκοπίας της χώρας.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι αντιφιλελεύθερες και αντιδημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις γλυκοκοιτάζουν τη χρεοκοπία. Γνωρίζουν ότι το κουβάρι των δημοκρατικών θεσμών ξηλώνεται πόντο-πόντο. Κινούνται στο περιθώριο του δημοκρατικού πολιτεύματος, εκμεταλλευόμενοι τις «ρωγμές» του πολιτικού συστήματος προκειμένου να τις μετατρέψουν σε χάσματα. Σε αυτά τους τα σχέδια τους διευκολύνει το γεγονός πως απέναντι στη μονομέρεια του «μνημονίου» και των προτάσεων της τρόικας δεν έχει προβληθεί ένα θετικό και ρεαλιστικό σχέδιο αλλαγής του παραγωγικού και προνοιακού μας μοντέλου. Ένα μοντέλο που να δίνει το στίγμα των μελλοντικών αλλαγών που θα ανακουφίσουν όσους υποφέρουν σήμερα χωρίς να φταίνε. Γιατί η κοινωνία όντως υποφέρει -και υποφέρει διπλά: από τα μέτρα και από τους πάσης φύσεως δημαγωγούς.
Η κοινωνία όμως υποφέρει και από τη σύγχυση της ταύτισης των άκρων. Η βία είναι καταδικαστέα από όπου και αν προέρχεται, πάντοτε. Όμως, ανάμεσα στις αντιδημοκρατικές πρακτικές της άκρας αριστεράς και στη δηλητηρίαση των δημοκρατικών θεσμών που υπόσχεται η άκρα δεξιά υπάρχει ποιοτική διαφορά.
Όταν το παρελθόν δεν φωτίζει το μέλλον, το παρόν σκοτεινιάζει, έγραφε ο Αλέξις Ντε Τοκβίλ(Alexis de Tocqueville). Και, πραγματικά, η νεότερη ευρωπαϊκή και ελληνική πολιτική ιστορία δείχνει καθαρά ότι ο δρόμος προς τη βαρβαρότητα υπήρξε πάντοτε απότομος και γλιστερός. Γι' αυτό, το πραγματικό ερώτημα που καλείται να απαντήσει το πολιτικό μας σύστημα δεν είναι το χιλιοειπωμένο «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο», αλλά «ανοιχτή κοινωνία ή βαρβαρότητα».
Χρέος των δυνάμεων της ευθύνης και της δημοκρατίας είναι να μην υποχωρήσουν στις περισσότερο ή λιγότερο απροκάλυπτες επιθέσεις κατά του κοινοβουλευτισμού, κατά του μετριοπαθούς και μετρημένου πολιτικού λόγου, κατά της ανοχής στη διαφορετική άποψη.
Χρέος σήμερα των σοσιαλδημοκρατών, φιλελεύθερων και αριστερών δημοκρατών είναι να αντισταθούν στην ομηρεία και στον εκβιασμό, στους οποίους ακραίες δυνάμεις επιχειρούν να υποβάλουν το πολιτικό σύστημα. Διαφορετικά η Ελλάδα δεν θα χάσει απλώς τα προκλητικά προνόμια των ευνοημένων κοινωνικών ομάδων και οργανωμένων συντεχνιών. Θα στερηθεί τους αναγκαίους όρους πολιτικής συνεννόησης, κοινωνικής ειρήνης και οικονομικής ευημερίας. Θα μεταμορφωθεί σε ακυβέρνητη χώρα και σε αποτυχημένο κράτος. Και τελικά θα χάσει την ίδια την ψυχή της.
Ο Μάνος Ματσαγγάνης είναι επίκουρος καθηγητής κοινωνικής πολιτικής στο οικονομικό πανεπιστήμιο Αθηνών· ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι αναπληρωτής επιστημονικός διευθυντής του ΙΣΤΑΜΕ· ο Δημήτρης Σκάλκος είναι αναπληρωτής επιστημονικός διευθυντής του «φόρουμ για την Ελλάδα» |
Η Greenpeace είχε συλλέξει κατά τη διάρκεια του έτους δείγματα ενδυμάτων από είκοσι μάρκες, τα οποία πωλούνται σε 29 χώρες και περιφέρειες του κόσμου. Επρόκειτο για παντελόνια, μπλουζάκια, εσώρουχα και φορέματα κατασκευασμένα κυρίως στην Κίνα και σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες. Στη συνέχεια υπέβαλε τα υφάσματα σε αναλύσεις.
Σύμφωνα με την έρευνα της μη κυβερνητικής οργάνωσης που παρουσιάστηκε στο Παρίσι, «περίπου στα δύο τρίτα των 141 δειγμάτων εντοπίσθηκαν αιθοξυλιωμένες εννεϋλοφαινόλες (NPE)». Επίσης, μερικά ρούχα έφεραν φθαλάτες ή βαφές που περιείχαν καρκινογόνες αμίνες.
Οι αιθοξυλιωμένες εννεϋλοφαινόλες (NPE) είναι χημικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται συχνά ως απορρυπαντικά σε πολλές βιομηχανικές διαδικασίες και στην παραγωγή φυσικών και συνθετικών υφασμάτων. Κατά τη διάσπασή τους παράγεται νονυλφενόλη (NP), ένα πολύ τοξικό υποπροϊόν που αναστέλλει στον οργανισμό την παραγωγή των ορμονών.
Οι μάρκες που βρίσκονται στο στόχαστρο «είναι τεράστιοι παίκτες στη βιομηχανία της μόδας, μόνον η Zara παράγει 850 εκατομμύρια ενδύματα το χρόνο. Μπορεί κανείς να φανταστεί την έκταση του χημικού αποτυπώματος που αφήνει στον πλανήτη, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Κίνα όπου κατασκευάζονται πολλά από αυτά τα προϊόντα», υπογραμμίζει η Greenpeace.