Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

H γνώση είναι το "ατού" του καπιταλισμού

 του Χερνάντο ντε Σότο    
Αναδημοσίευση από το «Manager»



Η παγκόσμια οικονομία αποτελείται από πάμπολλα μικρά κομμάτια, τα οποία είναι χρήσιμα όταν συναρμολογούνται σε πιο πολύπλοκα σύνολα. Όσο μεγαλύτερη είναι η αξία αυτών των συνόλων, τόσο περισσότερη γίνεται και η οικονομική ανάπτυξη. Είναι σαφές ότι όλα τα επιτεύγματα της ανθρωπότητας -από τα 120 συστατικά του ρολογιού μου έως τις αμέτρητες συμφωνίες που παράγουν το διαδίκτυο και τα συστήματα αεροπλοΐας- έχουν προκύψει και θα προκύπτουν από την συνεργασία ανθρώπων και την συνένωση πραγμάτων το ένα με το άλλο.

Αυτός είναι και ο λόγος που ο καπιταλισμός θριάμβευσε τα 150 τελευταία χρόνια: μάς προσέφερε την καλύτερη γνώση για να διερευνήσουμε τους οικονομικούς συνδυασμούς που μπορούν να γίνουν. Δεν είναι ανάγκη ο καπιταλισμός να επανεφευρεθεί και να αναθεωρηθεί. Πρέπει απλώς να ξαναανακαλυφθεί.

Ο λόγος που οι πιστώσεις και τα κεφάλαια συμπιέστηκαν την τελευταία πενταετία σε Ευρώπη και Αμερική βρίσκεται στο γεγονός ότι η απαιτούμενη γνώση για τον προσδιορισμό και την κατανόηση βασικών στοιχείων της χρηματοοικονομίας καταστράφηκε αφρόνως. Οι διασυνδέσεις ανάμεσα στα στεγαστικά δάνεια, τις ρευστοποιήσιμες μετοχές, τα μη κερδοφόρα παράγωγα και τις οργανώσεις που τα διαχειρίζονταν, σε συνδυασμό με την μη τυποποίηση ζωτικών χρηματοοικονομικών στοιχείων, δημιούργησαν ένα θολό τοπίο, στο οποίο επικρατούσε σύγχυση και άγνοια. Όμως, όταν τα δεδομένα αυτά θα οδηγήσουν σε ένα νέο σύστημα γνώσης, τότε ο καπιταλισμός σε Αμερική και Ευρώπη θα έχει αναρρώσει.

Οι μεταρρυθμιστές και οι πολιτικοί που λαμβάνουν αποφάσεις πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν έχουν να κάνουν με μια χρηματοοικονομική κρίση, αλλά με κρίση γνωστική. Ο καπιταλισμός ζει σε δύο κόσμους: ο ένας από αυτούς γίνεται ορατός μέσω των φοινικόδεντρων και των παναμαϊκών πλοίων. Υπάρχει όμως και ένας άλλος κόσμος, αυτός των κανόνων, των νόμων και των πληροφοριών, που μάς επιτρέπει να οργανώνουμε και να καταλαβαίνουμε τμήματα της πραγματικότητας ώστε να τα προσεγγίζουμε δημιουργικά.

Ο κόσμος της οργανωμένης γνώσης -και της εξ αυτής προκύπτουσας συνεργασίας- ξεκίνησε να δημιουργείται από μεγάλους Ευρωπαίους μεταρρυθμιστές στα μέσα του 19ου αιώνα, επεκτάθηκε στις ΗΠΑ και συνέβαλε στην δημιουργία ενός καπιταλισμού που έφερε εντυπωσιακά βήματα ανάπτυξης στις περιοχές όπου αναπτυσσόταν. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο καπιταλισμός μπόρεσε να βρει λύση στο αποκαλούμενο «πρόβλημα της γνώσης», δηλαδή σε αυτό της αδυναμίας να συγκεντρώνονται, να αποθηκεύονται και να αξιοποιούνται γνώσεις. Οι μεταρρυθμιστές δημιούργησαν τα αποκαλούμενα «συστήματα μνήμης της ιδιοκτησίας», μέσω των οποίων χαρτογραφήθηκαν όλες οι διαθέσιμες γνώσεις -είτε αυτές ήσαν άυλες (μετοχές, πατέντες, γραμμάτια), είτε υλικές (γη, κτίρια, μηχανές). Το να γνωρίζουμε ποιος ήταν ιδιοκτήτης, πού και πότε και ποιος χρωστούσε, επέτρεψε στους επενδυτές να προσδιορίζουν τους προμηθευτές και τους πιθανούς πελάτες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τα παραγωγικά κύτταρα που ονομάζονται επιχείρηση και τα οποία απετέλεσαν μοναδικά εργαλεία δημιουργίας καινοτομίας και διεύρυνσης των μεταξύ ανθρώπων συναλλαγών.

Οι μεταρρυθμιστές έλυσαν επίσης και το «πρόβλημα των συνδέσεων», δηλαδή αυτό της ανεύρεσης πληροφοριών και τις μεταξύ τους συνδέσεις. Αυτή η μεταφυσική τρόπον τινά ιδιότητα του καπιταλισμού επηρέασε βαθειά όλες τις επιστήμες και οι βιολόγοι, για παράδειγμα, μπόρεσαν να ανακαλύψουν τί είναι αυτό που συνδέει τα κύτταρα ώστε να σχηματίζονται όργανα με εξειδικευμένες λειτουργίες. Καταλήξαμε έτσι στην ανακάλυψη του DNA, που αποτελεί κορυφαίο επιστημονικό επίτευγμα του ανθρώπου. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η λογική πίσω από την χαρτογράφηση της ιδιοκτησίας είναι το DNA του καπιταλισμού.

Τα σύγχρονα συστήματα αρχειοθέτησης έπαψαν να είναι πλέον απλές αποθήκες πληροφοριών για στοιχεία του ενεργητικού και έγιναν βιομηχανίες γεγονότων που διευκολύνουν τους επιχειρηματίες να συνδυάζουν τεχνολογίες, χρηματοοικονομικά εργαλεία, προσόντα και γνώσεις, ώστε να προσφέρουν πολύπλοκα, αλλά υψηλής αξίας, προϊόντα. Προϊόντα στα οποία η ενσωματωμένη γνώση επιτρέπει την ταχύτερη λήψη πληροφοριών και την αποτελεσματικότερη αξιοποίησή τους. Η γνώση αυτή και οι τρόποι με τους οποίους αξιοποιήθηκε επέτρεψε στις δυτικές οικονομίες να αναπτυχθούν μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο τόσο, όσο αυτό δεν είχε συμβεί στην διάρκεια των προηγούμενων 2,000 ετών. Ταυτοχρόνως, μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη αυτή έπαιξε και η σταδιακή ανανέωση της χρηματοοικονομικής δραστηριότητας, η οποία απελευθέρωσε τις πιστώσεις και δημιούργησε ένα νέο περιβάλλον.

Δυστυχώς όμως, από το 2008 και μετά αρχίσαμε να μαθαίνουμε ότι τα συστήματα μνήμης και συλλογής πληροφοριών είχαν σταματήσει να μάς λένε την αλήθεια, χρησιμοποιώντας χρηματοοικονομικές μεθόδους που μεταμφίεζαν την πραγματικότητα και σε κάποιες περιπτώσεις μάς εμφάνιζαν χρέη ως εισοδήματα. Μέσα από διάφορες συναλλαγματικές συναλλαγές και περίεργες αναμοχλεύσεις, δανειακές στεγαστικές συμβάσεις έπαψαν να αρχειοθετούνται στα παραδοσιακά δημόσια αρχεία, με αποτέλεσμα οι επενδυτές να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στο σύστημα και οι θεσμοί του τελευταίου να παραπαίουν. Έτσι, ο καπιταλισμός, από λαμπρό σύστημα δημιουργίας συστημάτων ιδιοκτησιακής μνήμης μέσα από την συλλογή, την επεξεργασία και την αξιοποίηση πληροφοριών για την γη, την τεχνολογία και το κεφάλαιο, άρχισε να στηρίζεται σε παραποιημένα στοιχεία παραγωγής πλούτου -άσχετα με την φύση του, που είναι η ορθολογική διαχείριση πόρων.

Όπως ήταν επόμενο, τα δεκαπέντε τελευταία χρόνια το σύστημα γνώρισε θεμελιακή αποδιοργάνωση, που κλόνισε την εμπιστοσύνη στην γνώση και την πρώτη ύλη της, την πληροφορία. Τα αποτελέσματα είναι σήμερα κάποια τρισεκατομμύρια δολάρια να περιφέρονται παγκοσμίως και να κυκλοφορούν εκτός ελέγχου στον σκοτεινό κόσμο των χρηματοοικονομικών παραγώγων. Η κατάσταση αυτή προκαλεί σοβαρές αναταράξεις στην διεθνή οικονομία και αφαιρεί μέρος από τον δυναμισμό του καπιταλισμού, προς όφελος της αισχροκέρδειας. Είναι, συνεπώς, καιρός να υπάρξει πολιτικός συντονισμός για να τεθεί φρένο στις εκτός ελέγχου χρηματοοικονομικές ροές και στις παρενέργειές τους.

Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνον αν οι πολιτικοί συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι πλέον δυνατόν να χρηματοδοτούν την κατανάλωση με εισοδήματα που δεν προκύπτουν από την παραγωγή. Με άλλα λόγια, η τιθάσευση του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος απαιτεί και την πλήρη αναθεώρηση των περί το δημόσιο χρέος πολιτικών, προς την κατεύθυνση του περιορισμού. Παράλληλα, όμως, απαιτείται βαθύτερη και αποτελεσματικότερη αξιοποίηση της παραγόμενης παγκοσμίως γνώσης μέσα από την διάδοσή της.

Ο Hernando de Soto είναι Περουβιανός οικονομολόγος