Πλατύφυλλα είδη δέντρων και θάμνων, βελανιδιές, ακακίες, κουμαριές, πικροδάφνες θα μπορούσαν να φυτευτούν στις λεγόμενες ζώνες μείξης δάσους πόλεων και οικισμών.
Τα δέντρα αυτά δεν μεταδίδουν τη φωτιά σε μεγάλη απόσταση, όπως συμβαίνει με τα κουκουνάρια των πεύκων. Και μπορούν να δημιουργήσουν ένα είδος αντιπυρικής ζώνης, ένα «πράσινο φράγμα», προκειμένου να μην επεκτείνεται εύκολα η πυρκαγιά στον οικιστικό ιστό ή και σε διπλανά δάση.
Πολλά από τα περίπου 213.000 καμένα στρέμματα που προκάλεσε η πρόσφατη καταστροφική πυρκαγιά στη Βορειοανατολική Αττική ήταν στις λεγόμενες ζώνες μείξης δάσους. Δασολόγοι και επιστήμονες τονίζουν, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ότι είναι αναγκαίο πλέον να μελετηθεί και να σχεδιαστεί η φύτευση και άλλων ειδών σ΄ αυτά τα σημεία, εκτός από τα πεύκα.
Σε ό,τι αφορά πάντως τα πευκοδάση που κάηκαν για δεύτερη και τρίτη φορά- και είναι μάλλον αδύνατη η φυσική αναγέννησή τους- εκεί πρέπει να φυτευτούν και πάλι πεύκα, λένε οι ειδικοί, αφού είναι τα πιο ανθεκτικά και συμβατά με το φυσικό περιβάλλον της Αττικής.
«Στις ζώνες μείξης δάσους- οικισμών πρέπει να γίνουν άλλοι σχεδιασμοί. Να δημιουργηθούν ζώνες ασφαλείας. Υπάρχουν ιδέες και προτάσεις για φυτεύσεις άλλων ειδών που εξετάζονται στη Νότια Γαλλία και την Καταλωνία. Μπορούν δηλαδή να φυτευτούν δέντρα όπως βελανιδιές, πουρναριές. Και αυτά καίγονται όπως τα πεύκα. Δεν υπάρχουν είδη που δεν καίγονται. Ωστόσο, δεν μεταδίδουν τη φωτιά σε μεγάλη απόσταση όπως τα κουκουνάρια των πεύκων», λέει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Οικολογίας στον Τομέα Οικολογίας και Ταξινομικής του Τμήματος Βιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μαργαρίτα Αριανούτσου- Φαραγγιτάκη.
Περιποίηση
Έως σήμερα, στην πλειονότητα των αναδασώσεων σε περιοχές όπου δάση συνορεύουν με οικισμούς, έχουν χρησιμοποιηθεί πεύκα και αγριελιές, λένε οι δασολόγοι. Ένας λόγος που δεν γίνονται αναδασώσεις με άλλα είδη φυτών είναι το οικονομικό κόστος. Ένας δεύτερος είναι ότι κάποιες λίγες προσπάθειες στο παρελθόν με πλατύφυλλα δεν είχαν επιτυχία, αφού οι αρμόδιοι είχαν αφήσει τα φυτά στην τύχη τους και δεν τα περιποιούνταν.
«Μπορούν να γίνουν φυτεύσεις στα όρια των οικισμών με πικροδάφνες, κουμαριές, βελανιδιές, λεύκες, τα οποία μπορούν να φτιάξουν ένα μικρό “πράσινο” φράγμα. Όμως, αυτές οι φυτεύσεις προϋποθέτουν περισσότερη φροντίδα. Κάποια είδη θέλουν πότισμα», λέει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων κ. Νίκος Μπόκαρης. Επίσης, για τέτοιες εξειδικευμένες φυτεύσεις «πυρανθεκτικών φυτών μπορεί να χρειαστεί η δημιουργία βαθμίδων και η μεταφορά άλλου χώματος» τονίζει ο δασολόγος κ. Νίκος Χλύκας. Αντίθετα, η λύση της αναδάσωσης με πεύκα είναι εύκολη, οικονομικότερη και γι΄ αυτόν τον λόγο συνήθως η προτιμητέα από τις αρμόδιες αρχές, υποστηρίζουν και οι δύο.
«Πιο ανθεκτικά»
Όσο για το ποια είδη δέντρων πρέπει να φυτευτούν στα δάση της Βορειοανατολικής Αττικής που έχουν καεί δύο και τρεις φορές και πλέον η φυσική αναγέννηση είναι μάλλον αδύνατη, οι ειδικοί τονίζουν ότι η επιλογή του πεύκου είναι μονόδρομος. Όπως λέει η κ. Αριανούτσου, δεν θα πρέπει να αλλοιώσουμε το φυσικό περιβάλλον της Αττικής φυτεύοντας κάτι άλλο. Επιπλέον, οι μεγάλες περίοδοι ξηρασίας από τις οποίες χαρακτηρίζεται το κλίμα της Αττικής δεν ευνοούν την αναδάσωση με άλλα είδη. «Πρέπει να μπουν φυτά που θα αντέξουν στις ξηρασίες, όπως είναι το πεύκο», σημειώνει από την πλευρά του ο κ. Μπόκαρης.
Η φύση έφτασε στα όριά της
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ δύσκολη θα είναι η φυσική αναγέννηση του δάσους σε τέσσερις περιοχές της Βορειοανατολικής Αττικής, αφού έχουν καεί 2 και 3 φορές συνολικά μαζί με την πρόσφατη πυρκαγιά. Πυρκαγιά στη Σταμάτα είχε σημειωθεί το ΄92 και το ΄98. Στο Πικέρμι είναι επίσης η τρίτη φορά που καίγεται το πράσινο. Φωτιά είχε ξεσπάσει και το ΄82 και το ΄98. Δασικές εκτάσεις του Αγίου Στεφάνου είχαν γίνει στάχτη και το ΄93, ενώ τμήματα της περιοχής Μαυρηνόρα στην Πεντέλη είχαν καεί το 1995 αλλά και το 1998.
Την άνοιξη θα γίνει ο απολογισμός
Η ΕΠΟΜΕΝΗ μέρα των καταστροφικών πυρκαγιών στη Βορειοανατολική Αττική θα έχει, σύμφωνα με τους ειδικούς περιβαλλοντολόγους, σοβαρές επιπτώσεις στη χλωρίδα της περιοχής. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν, ολοκληρωμένη εικόνα για τις «απώλειες» στα είδη των φυτών θα έχουν στο τέλος της επόμενης άνοιξης, «όταν πια θα έχουν ανθίσει τα φυτά και θα μπορούν να αναγνωριστούν. Κατά κανόνα όμως τα βολβώδη φυτά, όπως οι τουλίπες, δεν επηρεάζονται από τις πυρκαγιές όταν αυτές δεν συμβαίνουν κατά την περίοδο βλάστησης και της ανθοφορίας», σημειώνει η κ. Παναγιώτα Μαραγκού, συντονίστρια επιστημονικής τεκμηρίωσης της περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF Ελλάς.
Ανάμεσα στα είδη- έχουν καταγραφεί περίπου 700 είδη και υποείδη φυτών- που συναντά κανείς στις περιοχές της ΒΑ Αττικής και κυρίως στην Πεντέλη είναι και τρία ενδημικά φυτά- κενταύρια της Αττικής, μαλκόλμια η γραική και η πεντελική σιληνή. Παράλληλα, υπάρχουν περίπου 15 είδη και υποείδη ενδημικά φυτά της νότιας Ελλάδας, μεταξύ των οποίων κρόκοι, άγρια γαρίφαλα, άγριες τουλίπες αλλά και βιόλες- χαμηλά δηλαδή αγριολούλουδα και πόες, πολυετή ή ετήσια, στα οποία πρέπει να προστεθούν και 21 ορχεοειδή διαφόρων γενών (ορχιδέες).
«Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι σε μία φωτιά ζημιώνεται και πλήττεται περισσότερο η βλάστηση - η ποσότητα δηλαδή της πρασινάδας και των φυτών που καίγονται- και λιγότερο τα είδη των φυτών, αφού δεν είναι απαραίτητο ότι με μία πυρκαγιά θα εξαφανιστεί κάποιο είδος φυτού», λέει ο δασολόγος κ. Παναγιώτης Λατσούδης.
Τα δέντρα αυτά δεν μεταδίδουν τη φωτιά σε μεγάλη απόσταση, όπως συμβαίνει με τα κουκουνάρια των πεύκων. Και μπορούν να δημιουργήσουν ένα είδος αντιπυρικής ζώνης, ένα «πράσινο φράγμα», προκειμένου να μην επεκτείνεται εύκολα η πυρκαγιά στον οικιστικό ιστό ή και σε διπλανά δάση.
Πολλά από τα περίπου 213.000 καμένα στρέμματα που προκάλεσε η πρόσφατη καταστροφική πυρκαγιά στη Βορειοανατολική Αττική ήταν στις λεγόμενες ζώνες μείξης δάσους. Δασολόγοι και επιστήμονες τονίζουν, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ότι είναι αναγκαίο πλέον να μελετηθεί και να σχεδιαστεί η φύτευση και άλλων ειδών σ΄ αυτά τα σημεία, εκτός από τα πεύκα.
Σε ό,τι αφορά πάντως τα πευκοδάση που κάηκαν για δεύτερη και τρίτη φορά- και είναι μάλλον αδύνατη η φυσική αναγέννησή τους- εκεί πρέπει να φυτευτούν και πάλι πεύκα, λένε οι ειδικοί, αφού είναι τα πιο ανθεκτικά και συμβατά με το φυσικό περιβάλλον της Αττικής.
«Στις ζώνες μείξης δάσους- οικισμών πρέπει να γίνουν άλλοι σχεδιασμοί. Να δημιουργηθούν ζώνες ασφαλείας. Υπάρχουν ιδέες και προτάσεις για φυτεύσεις άλλων ειδών που εξετάζονται στη Νότια Γαλλία και την Καταλωνία. Μπορούν δηλαδή να φυτευτούν δέντρα όπως βελανιδιές, πουρναριές. Και αυτά καίγονται όπως τα πεύκα. Δεν υπάρχουν είδη που δεν καίγονται. Ωστόσο, δεν μεταδίδουν τη φωτιά σε μεγάλη απόσταση όπως τα κουκουνάρια των πεύκων», λέει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Οικολογίας στον Τομέα Οικολογίας και Ταξινομικής του Τμήματος Βιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μαργαρίτα Αριανούτσου- Φαραγγιτάκη.
Περιποίηση
Έως σήμερα, στην πλειονότητα των αναδασώσεων σε περιοχές όπου δάση συνορεύουν με οικισμούς, έχουν χρησιμοποιηθεί πεύκα και αγριελιές, λένε οι δασολόγοι. Ένας λόγος που δεν γίνονται αναδασώσεις με άλλα είδη φυτών είναι το οικονομικό κόστος. Ένας δεύτερος είναι ότι κάποιες λίγες προσπάθειες στο παρελθόν με πλατύφυλλα δεν είχαν επιτυχία, αφού οι αρμόδιοι είχαν αφήσει τα φυτά στην τύχη τους και δεν τα περιποιούνταν.
«Μπορούν να γίνουν φυτεύσεις στα όρια των οικισμών με πικροδάφνες, κουμαριές, βελανιδιές, λεύκες, τα οποία μπορούν να φτιάξουν ένα μικρό “πράσινο” φράγμα. Όμως, αυτές οι φυτεύσεις προϋποθέτουν περισσότερη φροντίδα. Κάποια είδη θέλουν πότισμα», λέει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων κ. Νίκος Μπόκαρης. Επίσης, για τέτοιες εξειδικευμένες φυτεύσεις «πυρανθεκτικών φυτών μπορεί να χρειαστεί η δημιουργία βαθμίδων και η μεταφορά άλλου χώματος» τονίζει ο δασολόγος κ. Νίκος Χλύκας. Αντίθετα, η λύση της αναδάσωσης με πεύκα είναι εύκολη, οικονομικότερη και γι΄ αυτόν τον λόγο συνήθως η προτιμητέα από τις αρμόδιες αρχές, υποστηρίζουν και οι δύο.
«Πιο ανθεκτικά»
Όσο για το ποια είδη δέντρων πρέπει να φυτευτούν στα δάση της Βορειοανατολικής Αττικής που έχουν καεί δύο και τρεις φορές και πλέον η φυσική αναγέννηση είναι μάλλον αδύνατη, οι ειδικοί τονίζουν ότι η επιλογή του πεύκου είναι μονόδρομος. Όπως λέει η κ. Αριανούτσου, δεν θα πρέπει να αλλοιώσουμε το φυσικό περιβάλλον της Αττικής φυτεύοντας κάτι άλλο. Επιπλέον, οι μεγάλες περίοδοι ξηρασίας από τις οποίες χαρακτηρίζεται το κλίμα της Αττικής δεν ευνοούν την αναδάσωση με άλλα είδη. «Πρέπει να μπουν φυτά που θα αντέξουν στις ξηρασίες, όπως είναι το πεύκο», σημειώνει από την πλευρά του ο κ. Μπόκαρης.
ΖΩΝΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
«Στις ζώνες μείξης δάσους- οικισμών πρέπει να δημιουργηθούν ζώνες ασφαλείας» λένε οι ειδικοί
Η φύση έφτασε στα όριά της
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ δύσκολη θα είναι η φυσική αναγέννηση του δάσους σε τέσσερις περιοχές της Βορειοανατολικής Αττικής, αφού έχουν καεί 2 και 3 φορές συνολικά μαζί με την πρόσφατη πυρκαγιά. Πυρκαγιά στη Σταμάτα είχε σημειωθεί το ΄92 και το ΄98. Στο Πικέρμι είναι επίσης η τρίτη φορά που καίγεται το πράσινο. Φωτιά είχε ξεσπάσει και το ΄82 και το ΄98. Δασικές εκτάσεις του Αγίου Στεφάνου είχαν γίνει στάχτη και το ΄93, ενώ τμήματα της περιοχής Μαυρηνόρα στην Πεντέλη είχαν καεί το 1995 αλλά και το 1998.
Την άνοιξη θα γίνει ο απολογισμός
Η ΕΠΟΜΕΝΗ μέρα των καταστροφικών πυρκαγιών στη Βορειοανατολική Αττική θα έχει, σύμφωνα με τους ειδικούς περιβαλλοντολόγους, σοβαρές επιπτώσεις στη χλωρίδα της περιοχής. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν, ολοκληρωμένη εικόνα για τις «απώλειες» στα είδη των φυτών θα έχουν στο τέλος της επόμενης άνοιξης, «όταν πια θα έχουν ανθίσει τα φυτά και θα μπορούν να αναγνωριστούν. Κατά κανόνα όμως τα βολβώδη φυτά, όπως οι τουλίπες, δεν επηρεάζονται από τις πυρκαγιές όταν αυτές δεν συμβαίνουν κατά την περίοδο βλάστησης και της ανθοφορίας», σημειώνει η κ. Παναγιώτα Μαραγκού, συντονίστρια επιστημονικής τεκμηρίωσης της περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF Ελλάς.
Ανάμεσα στα είδη- έχουν καταγραφεί περίπου 700 είδη και υποείδη φυτών- που συναντά κανείς στις περιοχές της ΒΑ Αττικής και κυρίως στην Πεντέλη είναι και τρία ενδημικά φυτά- κενταύρια της Αττικής, μαλκόλμια η γραική και η πεντελική σιληνή. Παράλληλα, υπάρχουν περίπου 15 είδη και υποείδη ενδημικά φυτά της νότιας Ελλάδας, μεταξύ των οποίων κρόκοι, άγρια γαρίφαλα, άγριες τουλίπες αλλά και βιόλες- χαμηλά δηλαδή αγριολούλουδα και πόες, πολυετή ή ετήσια, στα οποία πρέπει να προστεθούν και 21 ορχεοειδή διαφόρων γενών (ορχιδέες).
«Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι σε μία φωτιά ζημιώνεται και πλήττεται περισσότερο η βλάστηση - η ποσότητα δηλαδή της πρασινάδας και των φυτών που καίγονται- και λιγότερο τα είδη των φυτών, αφού δεν είναι απαραίτητο ότι με μία πυρκαγιά θα εξαφανιστεί κάποιο είδος φυτού», λέει ο δασολόγος κ. Παναγιώτης Λατσούδης.